Στο
πρώτο μέρος του χρονικού που αφορά τη σχέση της Κιμώλου με την επανάσταση του
21 κατατέθηκε χωρίς άλλα στοιχεία ο ‘’υπαινιγμός’’ ότι ο ιθύνων νους της πρώτης ναυτικής επιτυχίας των
επαναστατημένων ελλήνων, ήτανε ο ιερέας
της Κιμώλου Αντώνιος Σάρδης. Θαρρώ πως έφτασε η στιγμή ν’ αρχίσουμε να
συναρμολογούμε τα κομμάτια που διαμορφώνουνε τον καμβά αυτής της ξεχωριστής
ιστορίας.
Κατ’
αρχήν τη σχέση του με το συγκεκριμένο γεγονός την αποκαλύπτει ο ίδιος και
μάλιστα εγγράφως και επισήμως. Το 1836 καταθέτει μεταξύ άλλων στην επιστολή που
έστειλε προς ‘’Την επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου
Εκπαιδεύσεως Γραμματείας της Επικρατείας’’ σαν μέρος της προσπάθειας
που κατέβαλε για να του απονεμηθεί σύνταξη εκ μέρους του νεοσύστατου ελληνικού
κράτους για τις υπηρεσίες που προσέφερε στον απελευθερωτικό αγώνα:
…
Εις δε το χιλιοστόν οκτακοσιοστόν (εικοστόν) πρώτον έτος κατά την αρχήν της
επαναστάσεως μας φθάσα(σα) μια κουρβέτα
πρώτης τάξεως εις την νήσο μας, έστειλον είδησιν εις τα των Πετζοτών
(Σπετσιωτών) πλοία και φθάσαντα εκείσε ομού με αυτούς συνελάβωμεν αυτήν χωρίς
ν’ απολαύσω εξ αυτής ουδέ λεπτόν…
Είχε
βλέπετε την ατυχία το 1827 μετά το τέλος της επανάστασης να συλληφθεί από
Σφακιανούς πειρατές κάτι που υποχρέωσε την οικογένεια του να ρευστοποιήσει το
σύνολο της διαθέσιμης περιουσίας για να πληρώσει τα αναγκαία για την
απελευθέρωση του λύτρα με αποτέλεσμα ν’ ‘’απαλλοτριωθεί’’ κάθε διαθέσιμος προς
επιβίωση οικονομικός πόρος για τον ίδιο και τα μέλη της οικογένειας του. Η μαρτυρία βρίσκεται στο βιβλίο του σπουδαίου
Σιφνιού ιστορικού Σίμου Συμεωνίδη που αφορά τη ζωή και τη δράση
του κιμουλιάτη ήρωα και εκδόθηκε μέσω της εφημερίδας Κιμωλιακά Νέα το
2000.
Εκείνο
που κάνει μεγάλη εντύπωση στη σχετική περικοπή είναι η τρομερή απλότητα και
σιγουριά στη διατύπωση … έστειλα είδηση … και ήρθανε αμέσως. Η ίδια
σιγουριά για την αξιοπιστία της σχετικής πληροφορίας και του προσώπου που την
κομίζει υπάρχει και στην πλευρά των Σπετσιωτών όπως τονίζει ο Βασίλης Ορλώφ που
φέρεται να συντάσσει τη σχετική αναφορά στο κείμενο που δημοσιεύσαμε την
προηγούμενη φορά. Εδώ πρέπει να
τονίσουμε ότι με τ’ όνομα Ορλώφ δεν
υποδηλώνεται ούτε ο ρώσος ναύαρχος ούτε κάποιος άλλος ρώσος αξιωματούχος. Το
Ορλώφ ήτανε προσωνύμιο σπετσιώτικων οικογενειών που είχανε πάρει μέρος στα
Ορλωφικά το 1770. Στον συγκεκριμένο οικογενειακό κλάδο ανήκε και ο δεύτερος
σύζυγος της Μπουμπουλίνας Δημήτριος Λαζάρου-Ορλώφ.
Ενδεχομένως
να υποθέσει κάποιος πως ο υπογράφων την
επιστολή ιερωμένος τα ‘’φούσκωνε’’ λιγάκι προκειμένου να προωθήσει την υπόθεση
του. Σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε κανείς να το εικάσει. Όχι όμως στην
περίπτωση του συγκεκριμένου ακτιβιστή ρασοφόρου που διέθετε μεταξύ άλλων τίτλο
συμμετοχής του στη φιλική εταιρεία, πιστοποιητικό παροχής ‘’πολεμικών
εκδουλεύσεων’’ υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον Ανδρέα Μιαούλη αλλά
και ακαταμάχητα τεκμήρια που φανερώνουν την ιδιαίτερη σχέση του με το
νησί των Σπετσών.
Ας
αφήσουμε τη ροή των γεγονότων να ξετυλίξει το κουβάρι της σπουδαίας πολεμικής
επιχείρησης από στοιχεία που αντλούμε από την ιστοσελίδα spetses wordpress
και το αρχείο του ιστορικού πρόκριτου του νησιού Χατζηγιάννη Μέξη όπως
περιγράφονται στο βιβλίο του Εμμανουήλ Λούζη.
Στα τέλη του 1818, με σουλτανικό φιρμάνι
ο Μέξης διορίσθηκε «Ναζίρ» των Σπετσών δηλαδή ο πρώτος των προκρίτων, έχοντας
υπό τις διαταγές του τον «Ζαπίτη»
(διοικητή) του νησιού. Ο διορισμός αυτός σηματοδοτεί την αυτονόμηση και τυπικά
πλέον του νησιού, από την διοίκηση της Ύδρας.
Κατά τις προεπαναστατικές εμφύλιες
διαμάχες των Σπετσιωτών, τα αίτια των οποίων εντοπίζονται στη φιλαρχία και
φιλοπρωτία των δύο ισχυρότερων οικογενειών του νησιού, των Μέξηδων και των Μποτασαίων,
ο Χ’’Γιάνης Μέξης αρχηγός της «αριστοκρατικής» μερίδας υπερίσχυσε των αδελφών
Γκίκα και Παναγιώτη Μπόταση που ήσαν οι αρχηγοί της αντίπαλης «λαϊκής» μερίδας.
Οι διαμάχες ανάμεσα στις δύο παρατάξεις συνεχίσθηκαν μέχρι τις παραμονές της
Επαναστάσεως. Τότε, «…
εν αναμονή της εξέγερσης των Ελλήνων κατά των Τούρκων, πρυτάνευσαν άλλες
διαθέσεις, κυριάρχησε το συναίσθημα της φιλοπατρίας, οι διαφορές και διαμάχες
παραμερίστηκαν και επήλθαν η συμφιλίωση, η σύμπνοια και η συνεργασία, τόσο
απαραίτητες για την αντιμετώπιση του κοινού εχθρού»[Σημ.3].
Αμέσως μόλις άρχισε η Επανάσταση, οι
Πελοποννήσιοι ανήγγειλαν προς τους Σπετσιώτες και τους Υδραίους τα γεγονότα,
τονίζοντες την ανάγκη της άμεσης σύμπραξης. Όπως γράφει ο Ανάργ.
Χατζηαναργύρου: «το
κοινόν φρόνημα εξηγέρθη εντονώτατα εν Σπέτσαις το παραυτίκα και ην έτοιμον να
εκραγή, πλην δεν προέβησαν εις έργον οι οικοκυραίοι αμέσως»[Σημ.4].
Χατζηγιάννης
Θ. Μέξης (1756-1844). ΄Εργο του ζωγράφου Δημήτριου Μπισκίνη.
Η διστακτικότητα του Χατζηγιάννη Μέξη
και μεγάλης μερίδας των Σπετσιωτών προκρίτων, όπως εξάλλου και των
Κουντουριώτηδων και του συνόλου σχεδόν των προκρίτων της Ύδρας[Σημ.5] οφειλόταν
κυρίως στο γεγονός ότι δεν είχαν πειστεί απολύτως από τις διαβεβαιώσεις των
απεσταλμένων της Φιλικής Εταιρείας, σχετικά με την άρτια προετοιμασία και
οργάνωση του Αγώνα. Δεν πρέπει ακόμη να μας διαφεύγει το γεγονός, ότι οι
καραβοκυραίοι διακινδύνευαν πολύ περισσότερα πράγματα απ’ ότι οι Πελοποννήσιοι
ή οι Στερεοελλαδίτες. Συγκεκριμένα, τα νησιά είχαν εξασφαλίσει καθεστώς αυτοδιοίκησης
με μοναδική υποχρέωση την πληρωμή των φόρων και την αποστολή ναυτών (των μελλάχηδων) για την επάνδρωση των πλοίων του οθωμανικού στόλου.
Οι Σπετσιώτες μάλιστα, είχαν καταφέρει να απαλλαγούν από την υποχρέωση να
στέλνουν ετησίως 100 ναύτες, καταβάλλοντας 300-500 γρόσια για κάθε ναύτη.
Επίσης, οι καραβοκυραίοι θα συμμετείχαν στον πόλεμο με τα πλοία τους, που
ταυτίζονταν με την περιουσία τους και το κεφάλαιό τους, πράγμα που σημαίνει ότι
οι ζημιές που θα υφίσταντο κατά τις εχθροπραξίες, δεν θα ήταν δυνατό να
αποκατασταθούν πλήρως, ακόμη και εάν ο αγώνας θα είχε αίσια έκβαση. Οι
Σπετσιώτες ιδιαίτερα, είχαν νωπές ακόμη τις μνήμες από την ολοκληρωτική
καταστροφή της πατρίδας τους, όταν έλαβαν μέρος στα Ορλωφικά. Όμως, παρά τους
ενδοιασμούς τους οι Σπετσιώτες έστειλαν, στις 30 Μαρτίου, στο στρατόπεδο του
Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, 5000 δεσμίδες πυριτιδοβολών (φυσικιών).
Όσο περνούσαν οι μέρες, επλήθαιναν και
οι αγωνιώδεις εκκλήσεις από τους προκρίτους της Πελοποννήσου προς τους
ομολόγους τους των Σπετσών και της Ύδρας. Ο Χατζηγιάννης Μέξης μετέβη στην
Ύδρα, προκειμένου να συνεννοηθεί με τους Υδραίους ώστε τα δύο νησιά να
επαναστατήσουν από κοινού. Ο Μέξης συναντήθηκε και συζήτησε με τους Υδραίους
προκρίτους· συμφώνησαν μεν για την ανάγκη της εξέγερσης, δεν μπόρεσαν
όμως να ορίσουν την ημέρα έναρξης της Επαναστάσεως στα νησιά, καθώς οι Υδραίοι
πρόκριτοι αντιμετώπιζαν προβλήματα λόγω του κινήματος του πλοιάρχου εταιριστή
Αντωνίου Οικονόμου, ο οποίος από τις 26 Μαρτίου είχε καταλύσει την τοπική αρχή
και ασκούσε «δικτατορική» εξουσία.
Στο μεταξύ η εξέλιξη των γεγονότων στις
Σπέτσες ήταν ραγδαία. Το Σάββατο 2 Απριλίου, έγινε σύσκεψη των προκρίτων του
νησιού, στο σπίτι του φιλικού Γεωργίου Πάνου. Οι περισσότεροι από τους
συγκεντρωθέντες πρότειναν πάλι την αναβολή μέχρις ότου βγει στον Αγώνα και η
Ύδρα. Έτσι η σύσκεψη έληξε χωρίς να ληφθεί καμία απόφαση. Μετά το συμβούλιο
όμως, οι Παναγιώτης Μπότασης, Γεώργ. Πάνου, Βασίλειος Ν. Λαζάρου-Ορλώφ,
Δημήτριος Σκλιάς, Ηλίας Θερμισιώτης και Αναστάσιος Ανδρούτσος, δηλαδή οι πρώτοι
Σπετσιώτες φιλικοί, εξώθησαν τους ανθρώπους τους να καταλάβουν την Καγκελαρία
δηλαδή το Διοικητήριο του νησιού. Η κατάληψη έγινε χωρίς καμία αντίσταση,
άλλωστε κανείς Σπετσιώτης δεν αντιμαχόταν την αναγκαιότητα του εγχειρήματος, τα
τουρκικά σύμβολα γκρεμίστηκαν και στη θέση τους υψώθηκε η επαναστατική σημαία.
Το συγκεντρωμένο πλήθος με ενθουσιώδεις ζητωκραυγές επιδοκίμαζε τα γενόμενα.
Ήταν ξημερώματα της Κυριακής 3 Απριλίου 1821 που συνέπιπτε με τον εορτασμό της
Κυριακής των Βαΐων. Ο πρωτάρχοντας των Σπετσών Χ’’Γιάννης Μέξης, όπως
προαναφέραμε, απουσίαζε στην Ύδρα. Αμέσως στάλθηκε πλοίο για να τον επαναφέρει
στο νησί, γιατί η παρουσία του ήταν χρήσιμη και απολύτως αναγκαία[Σημ.6]. Στο
συμβούλιο των προκρίτων υπό την προεδρία του επανελθόντα Χ’’Γιάννη Μέξη, όσοι
είχαν ζητήσει την αναβολή για λόγους γενικότερου συμφέροντος έκριναν ότι έπρεπε
να επιδοκιμάσουν τα τετελεσμένα κι έτσι ομόφωνα αποφάσισαν να κηρυχθεί η
Επανάσταση και να εκπλεύσει ο στόλος. Ακολούθησε δοξολογία στο Μοναστήρι του
Αγίου Νικολάου προστάτη του νησιού. Τις απογευματινές ώρες της ίδιας μέρας,
συγκροτήθηκε τοπική διοίκηση με επικεφαλής τον Μέξη και στάλθηκαν απεσταλμένοι
στην Πελοπόννησο, στην Ύδρα και στα Ψαρά για να κάνουν γνωστά τα γεγονότα.
Αποφασίσθηκε ακόμη, να σταλούν πλοία στις ακτές του Ελλησπόντου και της Μικράς
Ασίας προκειμένου να ξεσηκώσουν τον ελληνικό πληθυσμό και για να ενεργήσουν
καταδρομές, και κυρίως αποφασίσθηκε να αποπλεύσουν δύο μοίρες, η μία από 11
πλοία προς την Μονεμβασία και η δεύτερη από 8 πλοία για το Ναύπλιο, για να
αποκλείσουν από τη θάλασσα αυτά τα δύο ισχυρά φρούρια.
Η συμβολή του Μέξη στον Αγώνα της
Εθνικής μας Παλιγγενεσίας υπήρξε μεγάλη και ποικίλη. Ο ναύαρχος Ι. Θεοφανίδης
γράφει: «απέβη
ο Μέξης εξέχουσα προσωπικότης, προς την οποίαν ετηρήθησαν εστραμμένα τα
βλέμματα του Πανελληνίου, καθ’ όλην την διάρκειαν του ιερού αγώνος»[Σημ.7].
Στις 3
Απριλίου όπως διαβάζουμε στο σχετικό ιστορικό τεκμήριο επιβάλλεται η επανάσταση
από τα μέλη της φιλικής εταιρείας στις Σπέτσες και ασφαλώς μεσολαβεί κάποιος
χρόνος μέχρι να επανδρωθούν, εξοπλιστούν και ξεκινήσουν τα Σπετσιώτικα
πλεούμενα για Ναύπλιο και Μονεμβάσια προκειμένου να δώσουνε κατ’ αρχήν
‘’στρατηγικό βάθος’’ και ρεύμα υπεροχής στην νεόκοπη ακόμα επανάσταση.
Πιθανόν
κάποιο πλοίο αγγελιοφόρος (όπως πήγε και αλλού) να έφτασε και στην Κίμωλο μεταφέροντας
το μήνυμα της επανάστασης. Ο παπά Αντώνης βλέπετε δεν ήτανε μόνο μέλος της
φιλικής εταιρείας και επικεφαλής κλιμακίου της με τρία τουλάχιστον μέλη (εξακριβωμένο
επίσης) ήδη από το 1818, αλλά και μέλος της οικογένειας του υποπρόξενου των
(αξεχώριστων ακόμα Κάτω Χωρών-Ολλανδίας) Βασιλάκη Σάρδη σε Μήλο και Κίμωλο
κάτι που καθιστούσε ούτως ή άλλως
κομβικό το ρόλο του στην εξέλιξη της εθνικής υπόθεσης ως φορέα πολύτιμων
πληροφοριών.
Για αυτό
όμως (το πώς δηλαδή μέσα σε οκτώ ημερολογιακές μέρες 3-11 Απριλίου μιας άλλης
εποχής μηδενίστηκαν οι αποστάσεις και οι στραβοτιμονιές του καιρού Κίμωλος
Σπέτσες 74,64 ναυτικά μίλια, Σπέτσες Μονεμβασιά 35,88 και Κίμωλος Μονεμβασιά 73,12
apostaseis.gr) θα μιλήσουμε αναλυτικότερα σε άλλο σημείο όπως
και για το πώς τα οκτώ από τα έντεκα πλοία που πολιορκούσανε το κάστρο της
Μονεμβασιάς επέλεξαν να φύγουνε για Μήλο Κίμωλο με σιγουριά για την ακρίβεια
της πληροφορίας που τους δόθηκε.
Μπουμπουλίνα Μιαούλης και Λεμπέσης
Ας
κρατήσουμε για την ώρα την πληροφορία πως η πρωτοκαπετάνισσα του αγώνα Λασκαρίνα
Μπουμπουλίνα (είτε ήτανε είτε όχι η
μόνη γυναίκα μέλος της φιλικής εταιρείας), ήξερε και μάλιστα καλά τι
γινότανε και ασφαλώς γνώριζε και το ρόλο
του κιμουλιάτη ιερωμένου που μετά το
πέρας της επιχείρησης παραβρέθηκε στην πολιορκία
τ’ Αναπλιού στο πλευρό του Αντρέα Μιαούλη και στη συνέχεια μετά
του Αναργύρου Λεμπέση Πετζιώτη … ως εις εκ των πυρπολιστών του
εις το πυρπολικόν του δι’ έξι μήνας άνευ μισθού …
Το λέγε και
με το παραπάνω η καρδούλα του φοβερού παπά που ο ίδιος ομολογεί πως έδωσε το
παρόν και στο περιστατικό που εξετάζουμε … ομού με αυτούς (τους Σπετσιώτες)
… κατά τας αρχάς της επαναστάσεως … αλλά και το 1823 όταν κατά την …
επικρατούσαν αναρχίαν … όπως αναφέρει άλλος κιμουλιάτης φιλικός και
κληρικός (Κιμωλιακά τόμος Β σελίδα 73), ο ίδιος ο Σάρδης ομολογεί εγγράφως
(βιβλίο Συμεωνίδη σελίδα 18) … φθάσας εις την νήσον μας ο πλοίαρχος Ορλώφ
και εγκαταλείψαντες αυτόν οι ναύται του, εναυτολόγησα είκοσιπέντε ναύτας εκ της
νήσου μας εξ ιδίων μου εξόδων ανά τριάκοντα γρόσια τον μήνα και έφερον το
πλοίον του εις Πετζας …
Παραμένει
σκιά αμφιβολίας για το κλίμα απόλυτης εμπιστοσύνης μεταξύ του ίδιου και των
ηγετών των Σπετσών που επιχείρησαν την καταδρομική ενέργεια; Δεν νομίζω. Όμως ο
ήρωας μας τονίζει και κάτι ακόμα αναφερόμενος στο συγκεκριμένο περιστατικό που
σχετίζεται με τη στάση του στο θέμα της πειρατείας προτού πέσει θύμα ο ίδιος …
χωρίς
ν’ απολαύσω εξ αυτής ουδέ λεπτόν… κι αυτό θ’ αποτελέσει τη βάση του
επόμενου σημειώματος.
Συνεχίζεται...
Υ.Γ. : Το πρώτο μέρος βρίσκεται στον μήνα Μάρτιο του 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου